Κυριακή 15 Μαΐου 2011

Το νανούρισμα



Αθώα γλυκόπικρα 90's

Κτίρια με καθαρές γραμμές και γύρω γύρω στις γωνίες να στρογγυλεύει τις άκρες το φως

Έτσι έχω στο μυαλό μου τα χρόνια από το '89 μέχρι πριν την αλλαγή του αιώνα , σαν κτίρια με σίγουρες καθαρές γραμμές και ένα πορτοκαλί φως να πέφτει από πάνω σαν ρετσίνι και να γλυκαίνει τις γωνίες

Ο αυστηρός διεθνής πολιτικός κόσμος στις ειδήσεις και τα παλιά παιδικά που δεν είχαν ενοχές τα πρωινά της Κυριακής

Τα τραγούδια με τα μετρημένα αλλά χωρίς άγχος ντραμς, τα ντόμπρα μπάσα, τα ακόρντα τα λίγο ανάλαφρα λίγο μελαγχολικά, οι ατμόσφαιρές τους οι έτσι λίγο ανάλαφρες λίγο μελαγχολικές αέρας όταν μπαίνει το φθινόπωρο, η φωνή μπροστά δυνατή κι ειλικρινής στο ξέσπασμά της, σιγανή και ειλικρινής και στο νανούρισμά της

Οι αληθινές τηγανητές πατάτες η υγρή ζύμη από το κέικ που έφτιαχνε η μαμά, τα στόρια που αφήναν τον ήλιο να ζεσταίνει το χρώμα στο ξύλινο πάτωμα το απόγευμα όταν το σπίτι ήταν μόλις μαζεμένο και κάποιος ήταν να έρθει, το ψιθύρισμα των μεγάλων για να μη σε ξυπνήσουν όμως εσύ δεν κοιμόσουν

Η σιγουριά στις αποφάσεις στις κάθε είδους σχέσεις στους ανθρώπους στα βλέμματα, στις καρέκλες έξω κάτω στο σπίτι της γιαγιάς της Θάλειας μόλις άνοιγε ο καιρός, που έκοβε το ψωμί με το βούτυρο να το φάω σε τετραγωνάκια στο πράσινο πιάτο και το ποιηματάκι του παππού "εμένα με λένε Νιόνιο Νιονιάκη του Αγαθού και της Μαριγούλας που χει το σπίτι στην απάνω γειτονιά όχι στην κάτω, δίπλα στης Κουτρουβάλαινας το φούρνο που χει τη σκύλα τη μεγάλη όχι τη μικρή , με καταλαβέεες;" κι ο ήχος της μηχανής στη στροφή που σήμαινε οτι ο μπαμπάς γύρισε από τη δουλειά κι εκείνες οι πιτζάμες με τα περίεργα σχέδια

Το καθαρά κι ατόφια ζυμωμένο και το γλυκά γλυκά θολά χυμένο 

" Ένας κόσμος ήρθε κι άλλος πάει να φύγει με το βλέμμα του θαμπό  "

Ήμαστε πολύ μικροί όταν ο κόσμος ήταν λίγο πιο αθώος και λίγο πιο ωραίος, όχι εντελώς, μόνο λίγο, και σαν να ήξερε οτι μόλις λίγα χρόνια μετά ο πλανήτης θα πανηγύριζε την εξολόθρευση ενός που τον τρομοκράτησε, θα λίντσαρε για αντίποινα κάθε έναν που θα έμοιαζε με κάποιον που τον σκότωσε σιωπηλά με ένα μαχαίρι, θα έκλεβε τον αέρα από εκείνους που δεν έφταιξαν για την άδικη σφαίρα, θα διοικούσε την τσέπη του πλανήτη ενώ θα απεπειράτο να τον βιάσει αυτός ή άλλος ή κανένας αλλά δεν θα είχε πια σημασία, θα γκρέμιζε σιγά - σιγά τις ίδιες του τις οικονομίες, θα έστελνε στο δρόμο ένα ένα τα παιδιά του, θα έκανε όλα του τα λάθη ξανά συνδυασμένα, δε θα ήταν ούτε πόλεμος ούτε ειρήνη, ούτε μπρος ούτε πίσω, ούτε γερά κι ατόφια ζυμωμένο ούτε γλυκά θολά χυμένο, θα ήταν όλα μαζί και τίποτα, θα έφερνε το χειμώνα στην άνοιξη και το καλοκαίρι στο χεμώνα

και θα κατέστρεφε τα στάχυα του θα πλημμύριζε τις σοδειές του,

και ήμαστε πολύ μικροί όταν ήταν λίγο πιο αθώος και λίγο πιο ωραίος και σα να ήξερε οτι όλα αυτά θα γίνουν κι έτσι έγραφε τα τραγούδια του με τα ακόρντα τα σαν ανάλαφρα σα μελαγχολικά, έφτιαχνε τα απενοχοποιημένα παιδικά του, έκανε τα κτίρια με τις απλές γραμμές και έριχνε το φως να τα στρογγυλεύει πορτοκαλί σαν το ρετσίνι

Κι εμείς ήμαστε πολύ μικροί τότε που ήταν λίγο πιο αθώος και λίγο πιο ωραίος για να του πούμε τα λόγια που έπρεπε να του πούμε όταν κοντοστάθηκε και αναρωτήθηκε τώρα πού να πάει, από εδώ ή από εκεί

"Ποιό λιμάνι μένει ποιό λιμάνι ζει ποιό λιμανάκι κουβαλώ μαζί "

Κοιμήσαμε τους νεκρούς μας με τα νανουρίσματά μας

Και σώσαμε βαθιά τα όμορφα λιμάνια

Τώρα όλα είναι μέσα μας

Κι όλα τα έξω πάνε

Κι εμείς

δεν είμαστε πια μικροί.

Δεν είμαστε μικροί.

Δεν είμαστε μικροί.

[Μικρέ μου αδερφέ / ησύχασε / μην κλαις / ο πατέρας σου μας άφησε / το ορφανό παιδί είναι οι μέρες που θα ζήσουν / προστάτευσε το ορφανό παιδί]

*Οι στίχοι στα εισαγωγικά είναι της Αγαθής Δημητρούκα από το τραγούδι του Γιάννη Σπυρόπουλου Μπαχ  "Σημάδι σταθερό  " ενώ τα πλάγια γράμματα στο τέλος είναι αρκετά ελεύθερη μετάφραση των στίχων του τραγουδιού που ακούγεται στο βίντεο

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

ναι αλλά πριν τα νάηντιζ (που ήταν και πιο σοφοί οι άνθρωποι) παιδί στα δεκατέσσερα κλέψανε τη χαρά μου μικρό παιδί

Ανώνυμος είπε...

...τόσα χρόνια πως να τα ξεχάσω, να τ΄αλλάξω με τι :)

Nefeli είπε...

acorpsperdu μου θύμισαν κάποιους στίχους από ένα ποίημα που αγαπώ πολύ και το στέλνω και σε εσένα με τη σειρά μου / και στη μπίρι μπίρι μπομ :) Καλημέρα!
____
Χτὲς βράδυ δὲν κοιμήθηκαν καθόλου τὰ παιδιά.
Εἴχανε κλείσει ἕνα σωρὸ τζιτζίκια στὸ κουτὶ τῶν μολυβιῶν,
καὶ τὰ τζιτζίκια τραγουδοῦσαν κάτου ἀπ᾿ τὸ προσκεφάλι τους
ἕνα τραγούδι ποὺ τὸ ξέραν τὰ παιδιὰ ἀπὸ πάντα καὶ τὸ ξεχνοῦσαν μὲ τὸν ἥλιο.

Psofios Korios είπε...

Αχ πόσο πίσω πήγα με αυτό το τραγουδάκι (που επιτέλους έμαθα και τι λέν οι στίχοι)..Όχι πολύ, κάπου 20 χρόνια μόλις :p
Δυστυχώς, αν και φημίζομαι για την εξαιρετικά καλή μνήμη μου, είναι πάρα πολύ θολές οι μνήμες μου από εκείνη την περίοδο. Δεν τις έχω απωθήσει, ίσως απλά έχουν πιάσει σκόνη και χρειάζομαι μία πρώτης τάξεως ενδοσκόπηση για να ταξιδέψω πίσω στον χρόνο ώστε να θυμηθώ πως ένοιωθα τότε.

Αλλά όχι, για μισό,κάτι γίνεται..
Καταλήψεις '91, τρίτη λυκείου, οι πρώτες καταλήψεις σχολείων (είμασταν οι πρώτοι διαδάξαντες) στην Ελλάδα, επί υπουργού Κοντογιαννόπουλου. 4 με 5 μέρες την βδομάδα κοιμόμουν στα θρανία παρέα με τους συμμαθητές. Τρώγοντας..σουβλάκια που ενίοτε μας έφερναν οι γείτονες, πίνοντας μπύρες, λέγοντας ανέκδοτα, παίζοντας κιθάρα, φυλάγοντας το σχολείο με βάρδιες.

Και μετά, στα θρανία-κρεβάτια, ανάμεσα στις κουβέρτες, να ψάχνει να με βρει η Χριστίνα. Αχ...η Χριστίνα. Με τα πυροκόκκινα μαλλιά, το λευκό δέρμα, τις φακιδούλες και τα μελί μάτια. Η Χριστίνα που έπαιζε ακορντεόν, που τώρα έχει παντρευτεί. Αχ λέμε...