Κυριακή 21 Απριλίου 2013

Πώς θα διασκεδάσουμε πριν μας βρει το Πάσχα

"ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΠΑΧ ΣΤΟΝ ΣΕΒΑΧ"


Πως διασκέδαζε ο ο Johann Sebastian Bach με την οικογένειά του;
Πώς συνδύασε την κιθάρα με το βιολί ο Niccolo  Paganini;
Τι χόρευαν στην Κεντρική Ευρώπη;
Ποιος είναι ο δημοφιλέστερος χορός της Λατινικής Αμερικής;
Πώς "γράφουν ιστορία οι παρέες" με κιθάρες και βιολιά;

Αυτή είναι η ιστορία που με νότες θα σας πούμε, την Δευτέρα 22 Απριλίου 2013 και ώρα 20:30 στην αίθουσα συναυλιών Φίλιππος Νάκας, Ιπποκράτους 43

Μια ιδέα που ξεκίνησε από ένα μουσικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, για το πώς συνδυάζεται ένα κλασσικό όργανο, το βιολί με ένα πιο δημοφιλές και λαϊκό την κιθάρα, κάποτε και τώρα.

Ένα πρόγραμμα που ξεκινά από την Air του Johann Sebastian Bach, διατρέχει τoυς αιώνες και τις ηπείρους και φτάνει στον Σεβάχ του δικού μας Μάνου Λοΐζου και μεις παίζουμε και τραγουδούμε, για εσάς, για εμάς, για την παρέα.

Η Νεφέλη Λιούτα- βιολί και φωνή, η Νέλλη Οικονομίδου - βιολί και φωνή, ο Τριαντάφυλλος Μπαταργιάς - κιθάρα και φωνή

Είσοδος: 10 και 5 ευρώ

Θα υπάρξει και περιορισμένος αριθμός προσκλήσεων.  Αν γνωρίζουμε εγκαίρως ότι θα μας τιμήσετε με την παρουσία σας, θα προσπαθήσουμε να σας εξασφαλίσουμε κάποιες προσκλήσεις.

Πληροφορίες εδώ

--------------------------------------------------------------------------------------------

"ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΦΟΡΑ..."



" Τις πορείες των ανθρώπων στους κύκλους του καιρού σημαδεύουν οι ιστορίες. Σαν έρθει ο χρόνος και σαν φύγει, σαν είναι η πόρτα πιο κοντή, μήτε τα πρόσωπα μένουν μήτε χέρι να χαϊδέψει την πλάτη πριν τα σφαλίσματα του ύπνου, μόνο οι ιστορίες και το μικρό τους διάβημα στα σωθικά μας.
Κι αν μια ιστορία στέκει κληροδότημα της εποχής της, σκιαγραφόντας τα ήθη και τις φοβέρες του τότε νου, η επανιστόρηση σε άλλη εποχή, με άλλα ήθη, μ' άλλο νου, συνδιαλλέγει τους αιώνες και τους ανθρώπους μέσα στον ίδιο κύκλο που γυρίζει και γυρίζει και γυρίζει, από το βράδυ ως το πρωί. Τι σημαίνει για μένα ένας γκρινιάρης βασιλιάς που έχασε την όρεξη του τη στιγμή που τα έχει όλα; Τι νιώθω βλέποντάς τον να περιμένει άπραγος τη λύση; Και τι αντίκτυπο έχει μέσα μου η απόπειρα να ντύσω με τη μουσική που υπάρχει σε μένα σήμερα μια ιστορία που ειπώθηκε κοντά στου τότε τις απαρχές;
Όλα αυτά τα ερωτήματα θα μπορούσαν να παραμείνουν σε ένα εξαίσιο, θεωρητικό επίπεδο αν στην ιστορία πρωταγωνιστικό ρόλο δεν είχαν ζεστές, αχνιστές, μοσχομυριστές φρατζόλες ψωμιού.
Καταπιάστηκα με την ιδέα του “Ήταν μια φορά...” αφενός, διότι με συναρπάζει ολόκληρη η σκέψη του να φτιάξω ένα παραμύθι που να συνδυάζει τον λόγο και το συναίσθημα μέσω της αφήγησης και της μουσικής, πόσο μάλλον όταν αυτό είναι ένα παραμύθι που χιλιάδες άλλοι έχουν διηγηθεί με τον δικό τους τρόπο πριν από εμένα κι εγώ καλούμαι τώρα να δώσω την δική μου εκδοχή σε κάτι που φέρει κωδικούς απόδειξης της επανάληψης της ιστορίας. Αφετέρου, διότι ήμουν, είμαι και θα είμαι, μια παθιασμένη λάτρης των χωραφιών του σταχυού και του φρεσκοψημένου καρβελιού. "

Κυριακή 28 Απριλίου 2013 Μουσικά Παραμύθια στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών!

Τρεις νέοι συνθέτες διαλέγουν από ένα λαϊκό παραμύθι, το γράφουν εκ νέου, το ντύνουν με μουσική και το παραουσιαζουν με τη βοήθεια της Καμεράτας, σε μια διπλή παράσταση, 12:00 και 16:00 την ερχόμενη Κυριακή.

 Συνθέτες :

Τάσος Ρωσόπουλος
Δήμητρα Τρυπάνη
Νεφέλη Λιούτα

Αφηγητές :

Δημήτρης Πιατάς,
Τατιάνα Μπρε - Δήμητρα Παπασταύρου
Νεφέλη Λιούτα

Περισσότερες πληροφορίες για το κόστος των εισιτηρίων, τις κρατήσεις και τους συντελεστές,


Σας περιμένουμε με τα παιδιά, τα μικρανίψια σας και σκέτους.

-----------------------------------

Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

Της σιγής


Και έτσι όπως καθάριζε η ατμόσφαιρα, φάνηκε το μεγάλο σκοτάδι.
Πριν να φανεί, σύννεφα σκέπαζαν τον ουρανό από άκρη σε άκρη, τόσο θολά κι αδιάβατα που οι μισοί νόμιζαν πως αυτή η νύχτα είναι τελικά λευκή, αν και κάπως καφέ έδειχνε στις άκρες της.
Μα μετά αέρας φύσηξε και τότε μέτρο το μέτρο φάνηκε στο βάθος το σκοτάδι, ακούνητο να στέκει αιώνιο.
Το μεγάλο σκοτάδι άπλωσε τα πλοκάμια του από πάνω μας κι εμείς αρχίσαμε να γυρίζουμε μέσα στη δίνη του σαν σε γιγάντιο κύμα, δεν ξέραμε πού είναι το κεφάλι μας και πού τα πόδια, είμαστε πάνω ή κάτω, μέχρι που αρχίσαμε να βυθιζόμαστε και να μας παίρνει η παλίρροια στα σκοτεινιασμένα βάθια της.
Και τότε νιώσαμε ξένοι από τα πάντα, άνθρωποι στη γη χωρίς φίλους και συγγενείς, ανίκανοι κι ανάξιοι να εκπέμψουμε και να απορροφήσουμε συμπάθεια. Στεκόμασταν σιωπηλοί στην άκρη και η συμμετοχή μας στις παρέες ήταν λειψή και ήσυχη, καθίσαμε στο πίσω κάθισμα παγωμένοι σαν τίποτα να μη μας αφορά, σαν κανείς από εμάς να μην είναι από εδώ.
Και το σώμα μας ήταν άβολο πάνω μας, κάποιους μας χωρούσε λιγότερο και κάποιους περισσότερο αλλά κανέναν ίσα, οι ικανότητές μας δεν ήταν πια εκεί, ίσως τελικά να μην είμαστε τόσο καλοί όσο νομίζαμε, ίσως να μην είμαστε και τόσο ευχάριστοι και το δέρμα μας ήταν σίγουρα θαμπό.
Και θα θέλαμε πολύ κάποιος να μας ξεχώριζε μέσα στο πλήθος αλλά εμείς πια έχουμε κλειδώσει, δεν κοιτάμε μήτε μιλάμε, στεκόμαστε στις άκρες ήσυχοι και σκεφτόμαστε οτι όλο αυτό το σκοτάδι, ποιός θα το αντέξει; Ποιός θα το σηκώσει από τη μέση μας να το φορτώσει στη δική του;
Της ξενιτιάς της μοναξιάς και της σιγής σκοτάδι, κανείς δεν θα είναι για πάντα εκεί.